Saturday, August 12, 2006

[2]

Η ησυχία είναι το ζητούμενο πίσω από ό,τι λέμε, διότι αφού πούμε ό,τι έχουμε να πούμε και αφού εκφράσουμε ό,τι ανέκφραστο και βουβό μένει ακόμη μέσα μας, θα μπορούμε να αναφερόμαστε καθαρά και άμεσα σε Αυτό, που είναι το ανείπωτο, χωρίς να χρειάζεται να πούμε τίποτε που να χαλάει την εύγλωττη σιωπή του. Ο λόγος μας αναζητώντας τον λόγο του λόγου του αναζητά τη σιωπή, αφού ο Λόγος όλων των λόγων λέγοντας τα όλα δεν χρειάζεται να πει τίποτε.

Ανάλογα με αυτό που είναι η ησυχία για τον λόγο, είναι η ηρεμία για την κίνηση μας, ορίζοντας το απώτατο ζητούμενο της. Αυτό που μας κινεί είναι μια ένταση, από την οποία θέλουμε να απαλλαγούμε κινούμενοι. Η ζωή μας κινητοποιείται προς την ηρεμία με την αποφόρτιση της έντασης που νιώθουμε σαν άτομα περιττά και μόνα, εκτός του Όλου που μας εμπεριέχει και στο οποίο θέλουμε να ενταχθούμε πλήρως, να αφομοιωθούμε εν Αυτώ, απαλλαγμένοι από την ετερότητα μας και να κατακτήσουμε οριστικά την ταυτότητα μας, αυτήν που κατά καιρούς νιώθουμε με τα φευγαλέα αισθήματα της πλήρους ικανοποίησης, όπου τίποτε δεν μας λείπει. Σε κατάσταση ταυτότητας, όλα είναι εκεί μαζί με εμάς κι όλα είναι καλά, αφού τίποτε πια δεν μας χωρίζει από τον κόσμο και τον εαυτό μας· είμαστε ένα και ταυτιζόμαστε.

Η έννοια της ταυτότητας είναι, μεν, απλή και φέρει την απλότητα, αλλά, δεν είναι καθόλου απλοϊκή. Προϋποθέτει τη συνθετική διαδικασία την οποία μετέρχεται κάθε μορφή ζωής για να ολοκληρωθεί, που σημαίνει να φτάσει στην αρτιότητα της, δηλαδή στην άρθρωση όλων των μερών της σε άρτια μονάδα και στη συν-άρθρωση της μονάδας που αποτελεί με τον περιβάλλοντα της χώρο και τον ρέοντα της χρόνο σε ένα άρτιο και ακέραιο όλον.

Άμεση εικόνα της αρτιότητας έχουμε στη γύρω μας φύση, όπου τα πλάσματα της είναι άρτια και κατά μονάδες και αρθρούνται συνολικά σε ένα άρτιο, αυτάρκες και πλήρες σύστημα, στην πληρότητα του οποίου συμπεριλαμβάνεται τόσο η άρτια ένταξη της γης στο ηλιακό της σύστημα, όσο και του ηλιακού στο συμπαντικό. Η εικόνα της αρτιότητας που βλέπουμε παντού στη φύση, όπου κι αν κοιτάξουμε, μας δίνει ένα άμεσο παράδειγμα ταύτισης, βάσει του οποίου μπορούμε να μετρούμε τη δική μας ταυτοτική απόκλιση ή σύγκλιση. Αυτό που μας δίνει το μέτρο δεν είναι ένα κάποιο πλάσμα της φύσης, ως προς το οποίο να συγκριθούμε, αλλά, η σχέση κάθε φυσικού πλάσματος με τον εαυτό του και με τα άλλα γύρω του, που είναι μια σχέση πλήρους συνοχής από την οποία δεν περισσεύει τίποτε και κάθε τι είναι πλήρως ενταγμένο στο όλον, τόσο το όλον της κάθε μονάδας, όσο και του συν-όλου των μονάδων.

Αυτό που μας παραδειγματίζει στη φύση είναι η ποιότητα της σχέσης που τη διαπερνά και τη συνέχει. Στη φυσική κατάσταση των σχέσεων δεν παρεμβάλλεται καμία επιτήδευση και ό,τι γίνεται εκφράζει ακέραια κάποια φυσική αναγκαιότητα. Η ακεραιότητα των εκδηλώσεων, η αμεσότητα των εκφράσεων, ο τέλειος συγχρονισμός μέσων και σκοπών, η ταύτιση φόρμας και περιεχόμενου, παράγουν την ομορφιά και αρμονία που θαυμάζουμε στις φυσικές μορφές. Ο ρυθμός που τις διαπερνά και κανονίζει το μέσα και το έξω τους, το κλειστό και ανοιχτό τους, το κράτημα και το άφημα τους, μας δίνει το τόνο που χρειαζόμαστε για να ρυθμίσουμε κι εμείς αρμονικά τις κινήσεις μας.

Το μέτρο της φυσικότητας δίνει τον ρυθμιστικό κανόνα των κινήσεων μας, ώστε να μας συγκλίνουν ταυτοτικά κλείνοντας το χάσμα ανάμεσα στη φύση μας και στη θέση μας. Τα άλλα πλάσματα γύρω μας μπορεί να έχουν προσαρμόσει πλήρως τη θέση με τη φύση τους, αλλά το ανθρώπινο πλάσμα, ως πιο πρόσφατο και πιο σύνθετο, χρειάζεται χρόνο ακόμη μέχρι να ολοκληρωθεί και να ενταχθεί ακέραια ως άρτια μονάδα στο Όλον Αυτού.

Ο άνθρωπος είναι ένα ον που έχει ξεχωρίσει μες τη φύση για το έλλογο του στοιχείο, και κινδυνεύει να χωρίσει από αυτήν, διακινδυνεύοντας την αρτιότητα τόσο τη δική της όσο και τη δική του, αν δεν οδηγήσει αυτήν την έλλογη ετερότητα του στην ταυτότητα που της αναλογεί. Ο μόνος τρόπος να ξεπεραστεί η λογικότητα σαν ετερότητα είναι να ανοιχτεί από την αυτοαναφορικότητα της, όπου υπολογίζει μόνο τα περιορισμένα ειδικά συμφέροντα των ανθρώπων, στην αναφορά της στο πέραν αυτής γενικό, συλλογιζόμενη Αυτό που την ξεπερνά και την καθορίζει, διότι την κινεί σαν ψυχή της, σαν λόγος του λόγου της, σαν Λόγος. Αναφερόμενη η λογικότητα σε Αυτό, εκπληρώνει τον απώτατο λόγο της ύπαρξης της. Ολοκληρώνεται λειτουργικά σαν όργανο και φτάνοντας στην οργανική αρτιότητά της ταυτοποιείται.

Ο λόγος, που μας έδωσε με την αναλυτική και συνθετική του δυνατότητα την επιστήμη και την τεχνική, αναζητεί αυθόρμητα πίσω από τις όποιες ανακαλύψεις του τον ίδιο τον λόγο του λόγου του. Είναι φυσικό αποτέλεσμα της ασίγαστης αιτιακής του λειτουργίας, αυτής που προωθεί τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος και την αιτιώδη συνάφεια των πραγμάτων στις έσχατες συνέπειες της, κλιμακώνοντας την ερωτηματοθεσία της, μέχρι να αναρωτηθεί για το απόλυτο και να ρωτήσει γιατί αναρωτιέται. Η αναφορά στο απόλυτο εμπεριέχεται μέσα στην ίδια τη λογικότητα, αφού αποτελεί τον όρο και τη συνθήκη της ύπαρξης της. Αρκεί να την εμπιστευτούμε, να την αφουγκραστούμε και να την ακολουθήσουμε με συνέπεια. Αυτή η λογική συνέπεια δεν μπορεί να αγνοηθεί, ούτε να ξεγελαστεί με κάτι άλλο, παρά να απαντηθεί ευθέως ανάλογα και σύμφωνα ακριβώς με τον τρόπο που τίθεται, δηλαδή σαν ερώτημα. Αν απαντηθεί σαν απάντηση, τότε ο λόγος θα αναζητήσει λογικά να βρει τι κρύβεται πίσω από αυτήν την απάντηση και έτσι θα φτάσει πάλι σε ερώτηση, που είναι άλλωστε και το σημείο από το οποίο ξεκίνησε· έτσι η ερωτηματικότητα σηματοδοτεί την Αρχή του.

No comments: