Wednesday, August 09, 2006

[24]

Η σύγκρουση ανάμεσα στον φόβο και στην επιθυμία καθορίζει την εξέλιξη μας και κρίνει το σχήμα των εξελικτικών μορφών μας. Οι μορφές σχηματοποιούνται εκεί ακριβώς που ισορροπούν αυτά τα δύο αντίθετα και αλληλοεξουδετερώνονται σαν αντίρροπες δυνάμεις έλξης και απώθησης των δύο εκείνων μερών που όταν συναντηθούν και ενωθούν παράγουν κάτι το τρίτο, σαν μια νέα μορφή, καθαρή και ουδέτερη από τις δύο προηγούμενες της. Κάθε νέα μορφή γεννιέται όταν τα δύο γενετικά προηγούμενα της (αρσενικό και θηλυκό), συναντιούνται και ενώνονται αλληλοεξουδετερώνοντας τις αντίρροπες δυνάμεις τους. Ο ησυχασμός τους παύει κάθε ένταση φόβου ή επιθυμίας και αφήνει το πεδίο ελεύθερο για κάτι νέο να γεννηθεί και να πάρει μορφή εφόσον δεν υπάρχει τίποτε πλέον να το φοβίζει να πάρει το σχήμα του, ούτε άλλη επιθυμία για κάτι άλλο από αυτό το ίδιο στην υπο σχηματισμό μορφή του.

Ο φόβος παίζει διπλό ρόλο στην διαδικασία μορφοποίησης· μπορεί να είναι αποτρεπτικός της γενετικής της ένωσης ή να τη σταθεροποιεί. Αυτός είναι ο φυσικός του ρόλος και είναι φυσικός, εφόσον έχει να κάνει με την φυσική αντίσταση της ύλης. Όμως, ο φόβος πριν την αναμέτρηση με τις υλικές αντοχές (μας) είναι αφύσικος και τεχνητά κατασκευασμένος από ανθρώπους για ανθρώπους, για κάποιον αφύσικο λόγο. Δεν παίζει κανέναν ρόλο σε τίποτε και το μόνο που κάνει είναι μας αποτρέπει να κάνουμε κάτι, το οποίο δεν υπάρχει κανείς λόγος να μην το κάνουμε. Έτσι, επιτρέπει την ύπαρξη του κενού και του κακού ανάμεσα μας, ματαιώνοντας μας τις προσπάθειες μας πριν καν εκδηλωθούν.

Ο φόβος, ως αντίθετος της επιθυμίας, δεν είναι παρά μια αρνητική διαμόρφωση της βούλησης από την τριαδικότητα σώματος, πνεύματος και ψυχής, η οποία συστέλλει την ορμητικότητα της βούλησης και την κλείνει στο άτομο, αποτρέποντας το να κινηθεί και να εκδηλωθεί. Έτσι μπορεί να το προστατεύει από κινδύνους που θα αντιμετώπιζε η κίνηση του αν γινόταν λάθος και να το κάνει να υπολογίζει τις συνέπειες πριν κινηθεί παρορμητικά και απερίσκεπτα. Αν ο φόβος παίζει τον ρόλο της λογικής, τότε θα πρέπει να είναι λογικός, οπότε πρέπει να τον συμβουλευόμαστε, αν και πάλι δεν μπορούμε να περιοριστούμε στα πλαίσια που βάζει και να οριστούμε αρνητικά από κάτι που αντιτίθεται στην κίνηση μας κι όχι από αυτό που μας κινεί θετικά παρακινώντας μας στα όρια μας και στην εκπλήρωση του ορισμού μας, διότι ο φόβος μπορεί να ξέρει το λάθος, αγνοεί, όμως, το σωστό.

Την πρόσβαση στο σωστό την έχει μόνο η επιθυμία, που κινητοποιώντας τα άτομα στην προσπέλαση του άγνωστου, πέρα από τον φόβο τους για αυτό, είναι αυτή που αποφέρει τη γνώση του γνωστού. Όταν μας καθηλώνει ο φόβος στην ακινησία (αντί να συμβουλεύει απλώς την κίνηση μας), όχι μόνο παγιδευόμαστε στο λάθος (αφού αδυνατούμε να γνωρίσουμε το σωστό), αλλά παρασύρουμε στην παγίδα του λάθους και τους άλλους, οπότε κάνουμε διπλό κακό. Αυτό συμβαίνει επειδή δεν υπάρχει ακινησία στο γίγνεσθαι και όταν ακινητοποιούμαστε παράλογα εμείς (από φόβο, έστω λογικό), κάποιος άλλος κινείται να καταλάβει τον χώρο που μας ανήκει κανονικά. Έτσι, εκτός από το κακό που κάνουμε σε εμάς, ελαχιστοποιώντας μας άνευ λόγου, παρασύρουμε και τον άλλο στο κενό που αφήνουμε, δηλαδή στο κακό που επιτρέπουμε να υπάρχει, το οποίο στη συνέχεια διπλασιάζεται πολλαπλασιαστικά (αφού και ο άλλος παρασύρει κάποιον άλλο, κλπ) και επεκτείνεται παρα φύσει.

Μέσα στο κενό που προκαλείται από την αφύσικα φοβισμένη απόσυρση μας από το γίγνεσθαι αναπτύσσεται πάντα ένα παρα φύσει μόρφωμα που το καλύπτει με τον κακοήθη όγκο του. Αυτό που αναπτύσσεται είναι αυτό το ίδιο που μας φοβίζει αδικαιολόγητα και υποχωρούμε ενώπιον του άνευ λόγου, δηλαδή το κακό και όσοι το μετέρχονται κατά περίπτωση, είτε για να αναπτυχθούν οι ίδιοι εγωιστικά και ματαιόδοξα (ο φόβος που μετέρχεται η εξουσία κι όσοι τη διεκδικούν), είτε για να ματαιώσουν την προσωπική ανάπτυξη των ατόμων συγκρατώντας την ζηλόφθονα στην υπανάπτυκτη συνθήκη τους (ο φόβος που μετέρχεται η μάζα). Όποιος και να είναι ο χρήστης αυτού του φόβου και ό,τι κι αν φαίνεται να αποκομίζει, στην ουσία δεν κομίζει τίποτε εκτός από το κακό και πρέπει να καταδικάζεται. Βέβαια, η μάζα δεν μπορεί να καταδικαστεί, αφού δεν αποτελεί κάποια διακεκριμένη οντότητα. Εκεί έγκειται το μεγάλο κακό και ο ύπουλος φόβος που μετέρχεται· στο ότι συμπυκνώνει σε ένα ανεύθυνο συλλογικό μόρφωμα την ατομικότητα. Η κατάσταση της μάζας ως μια παρα φύσει συμπύκνωση των ατόμων αποτελεί μια παθογένεια φόβου που υπάρχει στον καθένα μας, από τη στιγμή που όλοι είμαστε κατά κάποιο τρόπο μέρος ενός ομαδοποιημένου συνόλου το οποίο συγκρατείται σε κάποιο βαθμό από τον φόβο. Με την ενσωμάτωση του στον καθένα, ο αφύσικος φόβος της μάζας παίρνει τη «φυσική» μορφή ενός συλλογικού φόβου, που μοιάζει να μας προστατεύει όλους από λίγο, αλλά δεν προστατεύει κανέναν πολύ, αφού δεν υπερασπίζεται την ολότητα όλων ή την ολοκλήρωση κανενός, μιας και αποτρέπει το άτομο από το μεγαλείο του εμποδίζοντας ό,τι το άγει φυσιολογικά στη γενναία αναμέτρηση του με το απόλυτο, ήτοι τις επιθυμίες του στην αναγωγή τους στο απόλυτο.

Η μέχρι τώρα διαμορφωμένη ανθρώπινη πραγματικότητα δεν έχει φτάσει στην ισορροπία του ατομικού στοιχείου με τη συλλογική της συστοιχείωση σε ομάδες ατόμων και κοινωνικούς σχηματισμούς. Διατηρεί ακόμη συμπυκνωμένες ποσότητες ύλης σαν πηγμένη ανθρωπο-ενέργεια στα ανεπεξέργαστα κοινωνικά σχήματα της, τα οποία δεν έχουν διαπλασθεί αρκετά, ώστε να εκφράζουν το πλούτο όλων των ατόμων. Τα υφιστάμενα κοινωνικά σχήματα μπορεί να μας παρέχουν κάποια ασφάλεια καλύπτοντας στοιχειωδώς τις ανάγκες μας, αλλά μας συγκρατούν σε ένα βαθμό ύπαρξης κατώτερο των επιθυμιών μας. Αφού έχουν παίξει τον ρόλο τους στην εξέλιξη, ικανοποιώντας εν μέρει όσους τα διαμόρφωσαν στο παρελθόν, προβάλλουν, τώρα, αντιστάσεις στην περαιτέρω επεξεργασία τους, η οποία θα παρήγαγε τα νέα σχήματα που θα ικανοποιούσαν τις νέες επιθυμίες των ατόμων, όπως ξεπροβάλλουν στην αλληλουχία τους προς το απόλυτο. Η αντίσταση τους μοιάζει υλική και ισχυρή ανάλογα με το πόση δύναμη εγκλωβίζουν και πόση ενέργεια συμπήζουν εντός τους. Η αδράνεια τους αυτή δεν είναι αντικειμενική και δεν τίθεται εκ των πραγμάτων, αλλά οφείλεται στη συγκατάθεση των ανθρώπων, οι οποίοι ακινητοποιούμενοι εντός τους από φόβο, τους εκχωρούν τη δύναμη τους επενδύοντας τα με μια ισχύ που δεν έχουν. Έτσι ο υποκειμενισμός τους αντικειμενικοποιείται και παρουσιάζει την αντίσταση υλικού πράγματος, ενώ δεν είναι. Ανάλογα με αυτά που μοιάζουν να αντιστέκονται υλικά, ενώ είναι άυλα, έτσι και ο φόβος που προκαλούν είναι στην ουσία ανυπόστατος και άνευ αντικειμένου. Δεν οφείλεται στην απροσπέλαστη πυκνότητα της ύλης, ούτε προστατεύει κανέναν από ατοπήματα κατά τη διαδικασία προσπέλασης της. Δεν είναι φόβος, είναι εκφοβισμός.

Κανένα ξεπερασμένο κοινωνικό σχήμα δεν μπορεί να διαρκέσει όσα μέσα εξουσίας και φόβητρα αν διαθέτει, διότι κάποια στιγμή θα αποκαλυφθεί ότι ο φόβος που προκαλεί είναι πραγματικά άνευ αντικειμένου και αντικειμενικά αδικαιολόγητος, αφού δεν αφορά του μέγιστο κανενός, ούτε προστατεύει τη γενική πρόοδο από λάθη, αλλά, εξυπηρετεί είτε τον πλούτο των λίγων (ο φόβος που μετέρχεται η εξουσία), είτε τη φτώχεια των πολλών (ο φόβος που συγκροτεί τη μάζα) ή και τα δύο. Όσοι κοινωνικοί σχηματισμοί επιβραδύνουν την εξέλιξη του ανθρώπου προκαλώντας, διασπείροντας ή συντηρώντας αδικαιολόγητο φόβο πρέπει να ερωτηθούν επίμονα για ποιόν λόγο υπάρχουν. Όσοι μετέρχονται μηχανισμούς φόβου για να αποτρέψουν την ερώτηση πρέπει πάραυτα να καταδικαστούν. Αν και δεν πρέπει να αγνοούμε ότι οι εκφοβιστικοί μηχανισμοί δεν είναι πάντα έξωθεν επιβεβλημένοι, αλλά συχνά πρόκειται για εσωτερικευμένους και ενσωματωμένους παρα φύσει μηχανισμούς των ατόμων, που τους ενεργοποιούν για να αυτοφοβηθούν αποφεύγοντας έτσι την ευθύνη της ατομικότητας τους και την υπεράσπιση των επιθυμιών τους έναντι των άνωθεν καταναγκασμών τους.

Ο περιορισμός των επιθυμιών από τη σπάνη των φυσικών πόρων ή την αντίσταση της ύλης είναι μια γενική και αντικειμενική κατάσταση που αφορά όλους. Ο περιορισμός τους, όμως, από την κοινωνική συνθήκη είναι ανόητος, αφού μπορεί αυτή να τροποποιηθεί, ώστε να μας ικανοποιεί καλύτερα και περισσότερο. Αυτό είναι κάτι που όλοι οι ενήλικες το ξέρουν, αφού σαν ενήλικες έχουν ευθύνη για ό,τι κάνουν, άρα και για το αποτέλεσμα των πράξεων τους, δηλαδή την κοινωνική πραγματικότητα. Από τη στιγμή που ως ενήλικες αυτό το ξέρουμε και δεν κάνουμε τίποτε για αυτό, φερόμαστε αδικαιολόγητα ανόητα. Αν πούμε ότι δεν το ξέρουμε, θα λέμε ψέματα αποκρύβοντας κάτι που ήδη γνωρίζουμε, επειδή δεν θέλουμε να αναλάβουμε την ευθύνη του, από δήθεν φόβο. Ο φόβος αυτός, ο δήθεν και άνευ αντικειμένου, τρέφεται από το ψέμα, παίρνει υπόσταση και αυξάνει την ανυπόστατη παρουσία του με αυτό. Η απόκρυψη της αλήθειας με το ψέμα διατηρεί εσκεμμένα ένα σκοτάδι το οποίο δεν έχει λόγο ύπαρξης και αυτό αυξάνει αδικαιολόγητα τον φόβο, αφού μας φοβίζει με σκοτάδια ανύπαρκτα. Αν δικαιολογηθούμε ότι λέμε ψέματα από φόβο επικαλούμαστε έναν ψεύτικο φόβο, επειδή αυτός ο φόβος στ’ αλήθεια οφείλεται στα ψέματα μας· έτσι απλά κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας.

Όταν στην πράξη οι άνθρωποι κάνουν τους χαζούς, ενώ δεν είναι τόσο, το μόνιμο αποτέλεσμα είναι μια ανθρώπινη πραγματικότητα πολύ κατώτερη της νοημοσύνης των ατόμων που τη συγκροτούν. Ανάμεσα στα άτομα και στο σύνολο τους ανοίγεται ένα παράλογο χάσμα μέσα στο οποίο χάνεται το καλύτερο του ανθρώπου και από το οποίο κανείς δεν κερδίζει τίποτε τελικά, εκτός από το κακό, που οφείλεται σε έναν πέρα για πέρα ανόητο φόβο ή φόβο από αδικαιολόγητη ανοησία, δηλαδή από εκούσια απόκρυψη της νοημοσύνης μας.

Η ακούσια ανοησία, που οφείλεται σε εξωτερική και αντικειμενική άγνοια λόγω άγνοιας των αντικειμένων, είναι κατανοητή, αλλά η εκούσια, που οφείλεται στην εσωτερίκευση του εκφοβισμού, είναι ακατανόητη και απαράδεχτη. Το στοιχείο του ακατανόητου παρεμβαίνοντας στη διαδικασία της νόησης τη φοβίζει τόσο που την καθηλώνει σε κατεστημένα νοητικά σχήματα, παρόλη την ολοφάνερη ανεπάρκεια τους. Έτσι, λόγω διαστροφής της λογικής και διάθλασης του βλέμματος από τον αδικαιολόγητο φόβο, το προφανές γίνεται δυσεύρετο και το απλό περίπλοκο. Μάλιστα, ο εκφοβισμένος νους μπορεί να φτάσει σε τέτοια αντιστροφή σημασιών ώστε ο πιο λογικός άνθρωπος να θεωρείται παράλογος (ενώ ο παράλογος λογικότατος), το φυσικό να εκλαμβάνεται για αφύσικο και το διεστραμμένο φυσικό κι έτσι να δικαιολογείται το κακό σαν μέρος της φύσης του ανθρώπου.

No comments: